12 Οκτωβρίου 1944: Η απελευθέρωση των Αθηνών από τους Ναζί
''Το ημερολόγιο με την Ακρόπολη έλεγε 12 ΟΚΤΩΒΡIΟΥ 1944.
Οι καμπάνες δυνάμωναν, βούιζε η γειτονιά, ο κόσμος τραγουδούσε... Και τ' αγόρια του λόφου είχαν κατέβει στο δρόμο και ξεφώνιζαν όλα μαζί: «Η Χιτλερία εμπατίρισε, εμπατίρισε!.."Ηταν αλήθεια, λοιπόν! 'Ημασταν, επιτέλους, ελεύθεροι. Αν ήταν η 'Ολγα στο σπίτι, θα παίρναμε τη Νεφέλη και θα τρέχαμε στη μεγάλη πλατεία να φωνάξουμε ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΔΑ! ΖΗΤΩ Η ΛΕΥΤΕΡIΑ! Θα ξαναγύριζε το ρόδινο χρώμα στα μάγουλά της. Και τα μάτια της θα γίνονταν πράσινα φωτεινά.
'Εμεινα στο κρεβάτι. Μονάχα η θεία Ηλέκτρα με τη Νεφέλη κατέβηκαν ως την Ομόνοια, να δει το πανηγύρι η μικρή, να καταλάβει πώς είναι η ζωή χωρίς πόλεμο, που δεν ήξερε, δε θυμόταν. Η θεία Αργυρή βρήκε τη σημαία, επιτέλους, βαθιά στο μπαούλο. Την άπλωσε στα κάγκελα του μπαλκονιού κι ο θείος τής φώναζε: «Ντροπή! Χωρίς κοντάρι σημαία πού ξανακούστηκε!
Λίγες μέρες αργότερα ξύπνησα στην αγκαλιά του πατέρα μου. Κι ήταν η πρώτη φορά που έπεσε ολότελα ο πυρετός.
«Πάρ' τη να βγείτε λιγάκι έξω, να πάρει αέρα, ν' αλλάξει εντυπώσεις» του ψιθύρισε η θεία Ηλέκτρα.
Κι εκείνος, όπως πάντα, την άκουσε.
«Εμπρός!» είπε. «Πάμε στο Σινεάκ, να δούμε τουλάχιστον στο πανί πώς μας άδειασαν τη γωνιά οι Ναζήδες. Ετοιμαστείτε!»
Πήρε τη Νεφέλη από το χέρι, εμένα από το θεόλιγνο μπράτσο, και κατεβήκαμε την ξύλινη σκάλα.
Στο πανί, ένας "χάρος" κατέβαζε μοναχός τη σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό στη μέση, την τύλιγε κι ύστερα ροβολούσε από την Ακρόπολη βιαστικά, λες κι έτρεχε να κρύψει τη ντροπή του. Τρανταζόταν το Σινεάκ από τα ΖΗΤΩ του κόσμου και τα χειροκροτήματα.
Η Νεφέλη ρώτησε για κάτι ακόμα που είχαμε δει στο πανί:
«'Ομως γιατί, θείε, οι Ναζί έβαλαν στεφάνι στον άγνωστο στρατιώτη, προτού να φύγουν;»
«Γιατί έχουν θράσος μεγάλο, Νεφέλη μου» της αποκρίθηκε εκείνος.''