ΜΙΝΩΙΚΗ ΚΡΗΤΗ

 

 

ΤΕΧΝΗ

Φαγεντιανή ονομάζεται μια σύνθετη ύλη που κατασκευάζεται από κονιορτοποιημένο χαλαζία, αμμόλιθο ή πυριτόλιθο και από ένα διάλυμα ανθρακικού νατρίου. Η φαγεντιανή, λόγω των πρώτων υλών από τις οποίες κατασκευαζόταν, συγχέεται συχνά με την υαλόμαζα και το πραγματικό γυαλί, υλικά τα οποία ήταν επίσης σε χρήση κατά την εποχή του Χαλκού. Αν και η τεχνική κατεργασίας της είναι περισσότερο γνωστή από την Αίγυπτο, όπου ήταν σε χρήση από την τέταρτη χιλιετία, η τέχνη αυτή φαίνεται ότι εισήχθη στην Κρήτη από τη Συρία και τη Μεσοποταμία.
Στη μινωική Κρήτη τα πρώτα δείγματα της τέχνης της φαγεντιανής εμφανίζονται λίγο πριν από το τέλος της Πρωτομινωικής εποχής (3000-2000 π.Χ.). Από φαγεντιανή κατασκευάζονταν χρηστικά αγγεία, τελετουργικά αντικείμενα και ανθρωπόμορφα ή ζωόμορφα ειδώλια. Σημαντική είναι επίσης η χρήση της στην κοσμηματοποιία και τη σφραγιδογλυφία. Από φαγεντιανή κατασκευάζονταν ακόμη χάντρες, περίαπτα και ένα πλήθος από διακοσμητικά πλακίδια διαφόρων μεγεθών και σχημάτων, άγνωστης χρήσης. Χρησιμοποιούνταν επίσης συχνά και ως ένθετη διακοσμητική ύλη σε αντικείμενα από διαφορετικά υλικά.
Από άποψη τεχνοτροπίας, τα έργα της μινωικής φαγεντιανής χαρακτηρίζονται από τον έμπειρο χειρισμό της πολυχρωμίας, την εφευρετικότητα και την προτίμηση των φυσιολατρικών θεμάτων, ενώ ορισμένα τεχνολογικά και διακοσμητικά στοιχεία μαρτυρούν ότι στην τέχνη αυτή έγινε μεταφορά από άλλες μινωικές τέχνες, όπως η λιθοξοΐα και η μεταλλοτεχνία. Η Κνωσός ήταν ένα σημαντικό κέντρο παραγωγής φαγεντιανής κατά τη Μεσομινωική I (2000-1550 π.Χ.) περίοδο, ενώ ένα άλλο εργαστήριο εντοπίστηκε στη Ζάκρο. Ευρήματα από φαγεντιανή βρέθηκαν συχνά στην κεντρική Ευρώπη και τα βρετανικά νησιά μαζί με άλλα μυκηναϊκά προϊόντα. Η καλλιτεχνική τεχνοτροπία και ο τρόπος κατεργασίας αυτών των ευρημάτων θυμίζουν τόσο έντονα τα ανάλογα αιγαιακά ευρήματα, ώστε να διατυπωθεί πολύ νωρίς το ερώτημα, αν τα ευρήματα αυτά σχετίζονται με τις εμπορικές δραστηριότητες των Mυκηναίων και μάλιστα με την αναζήτηση πρώτων υλών στις χώρες αυτές.


Οι εσωτερικοί τοίχοι σημαντικών μινωικών κτηρίων και διαμερισμάτων διακοσμούνταν συχνά με πολύχρωμες ζωγραφικές παραστάσεις, που ήταν φτιαγμένες με την τεχνική της νωπογραφίας.
Τοιχογραφικός διάκοσμος βρέθηκε στα μινωικά ανάκτορα αλλά και σε μία σειρά από πολυτελείς επαύλεις. Το εικονογραφικό πρόγραμμα των τοιχογραφιών διαμορφωνόταν ανάλογα με τη χρήση των χώρων που διακοσμούσαν. Έτσι, τους τοίχους των ιερών χώρων διακοσμούσαν παραστάσεις θρησκευτικού χαρακτήρα, ενώ σε ιδιωτικούς χώρους επικρατούσαν καθαρά διακοσμητικά θέματα. Η ειδική θεματογραφία και η εκζήτηση στην κατασκευή των τοιχογραφιών πρόβαλλαν το κύρος των ηγεμόνων, των ιδιοκτητών της οικίας ή το κύρος της επίσημης θρησκείας. Χρωματιστές ζωγραφικές παραστάσεις παρατηρούνται, εκτός από τις τοιχογραφίες, στη διακόσμηση δαπέδων αλλά και φορητών αντικειμένων.


ΘΡΗΣΚΕΙΑ

Kεντρική ιδέα της μινωικής θρησκείας είναι η λατρεία της θεάς της γονιμότητας, της οποίας ο εραστής γεννιέται και πεθαίνει κάθε χρόνο, συμβολίζοντας έτσι την αναγέννηση της φύσης. H παρατήρηση του κύκλου της φύσης οδήγησε στην προσωποποίηση ενός γονιμοποιητικού στοιχείου, του νεαρού θεού, που γεννιέται και πεθαίνει. Η θεά, που ορίζεται και ως μεγάλη μητέρα, είναι η σύζυγος του θεού. O ιερός γάμος, ένα θρησκευτικό θέμα που απεικονίζεται και στην τέχνη μεταγενέστερων περιόδων, συμβολίζει την ένωση των δύο θεών. Τελετουργικές αναπαραστάσεις γάμων γίνονταν για να συντείνουν στη γονιμοποίηση και την καρποφορία. Παρόμοια ζεύγη θεών συναντώνται και σε ανατολικές θρησκείες. H γέννηση και ο θάνατος του θεού συμπίπτει αντίστοιχα με την ετήσια αναγέννηση και το μαρασμό της βλάστησης. Μερικές θρησκευτικές τελετές θυμίζουν μαγικές τελετουργίες που γίνονταν για να προκαλέσουν την παραγωγική λειτουργία των φυσικών δυνάμεων, οι οποίες εμφανίζονται προσωποποιημένες. Οι σχετικές με τη βλάστηση μινωικές τελετές θυμίζουν τη λατρεία της Mητέρας και Kόρης στην Eλευσίνα των κλασικών χρόνων, η οποία μάλλον ανάγεται σε προελληνικούς χρόνους. Ενδείξεις προς αυτήν την κατεύθυνση προσφέρουν ορισμένα αρχαιολογικά ευρήματα της Ύστερης Χαλκοκρατίας, όπως ένα ελεφάντινο ειδώλιο-σύμπλεγμα από τις Mυκήνες που αναπαριστά δύο θεές με ένα βρέφος.

ΠΙΣΩ